Σήμερα, ο Χριστός κάνει κάτι επαναστατικό, για εκείνη την εποχή. Θεραπεύει μία γυναίκα, ημέρα Σάββατο.
Ο Χριστός δίδασκε στη συναγωγή ένα Σάββατο και βρισκόταν μία γυναίκα, η οποία 18 χρόνια είχε δαιμονικό πνεύμα μέσα της, με αποτέλεσμα να είναι κυρτωμένη και δεν μπορούσε να ισιώσει το σώμα της. Όταν την είδε ο Χριστός, της είπε: «γύναι, ἀπολέλυσαι τῆς ἀσθενείας σου», («Γυναίκα, απαλλάσσεσαι από την αρρώστια σου»).
Έβαλε τα χέρια Του πάνω της και αμέσως έγινε καλά και ευχαρίστησε το Θεό. Στον αντίποδα, ο αρχισυνάγωγος είχε αγαναχτήσει, γιατί ο Χριστός θεράπευσε την ημέρα του Σαββάτου, λέγοντας: «ἓξ ἡμέραι εἰσὶν ἐν αἷς δεῖ ἐργάζεσθαι· ἐν ταύταις οὖν ἐρχόμενοι θεραπεύεσθε, καὶ μὴ τῇ ἡμέρᾳ τοῦ σαββάτου», («Υπάρχουν έξι μέρες που επιτρέπεται να εργάζεται κανείς·ֹ μέσα σ’ αυτές, λοιπόν, να έρχεστε και να θεραπεύεστε, και όχι το Σάββατο»).
Ανταπαντώντας ο Χριστός: «ὑποκριτά, ἕκαστος ὑμῶν τῷ σαββάτῳ οὐ λύει τὸν βοῦν αὐτοῦ ἢ τὸν ὄνον ἀπὸ τῆς φάτνης καὶ ἀπαγαγὼν ποτίζει; ταύτην δέ, θυγατέρα Ἀβραὰμ οὖσαν, ἣν ἔδησεν ὁ σατανᾶς ἰδοὺ δέκα καὶ ὀκτὼ ἔτη, οὐκ ἔδει λυθῆναι ἀπὸ τοῦ δεσμοῦ τούτου τῇ ἡμέρᾳ τοῦ σαββάτου;», («Υποκριτή! Ο καθένας σας δε λύνει το βόδι του ή το γαϊδούρι του από το παχνί το Σάββατο και πάει να το ποτίσει; Κι αυτή, που είναι απόγονος του Αβραάμ, κι ο σατανάς την είχε δεμένη δεκαοχτώ χρόνια, δεν έπρεπε να λυθεί απ’ αυτά τα δεσμά το Σάββατο;»). Ένοιωσαν ντροπή οι αντίπαλοι του Χριστού και όλοι θαύμασαν το Χριστό.
Παρατηρούμε, μέσα από την ευαγγελική περικοπή, ότι ο λόγος του Χριστού είναι ανάσταση και ζωή. Ό,τι πει, έγινε. Ό,τι επιθυμεί, γίνεται.
Προσέρχεται στη συναγωγή μία γυναίκα, η οποία για 18 χρόνια, είχε δαιμονικό πνεύμα και δεν μπορούσε να ισιώσει το σώμα της. Αυτή η γυναίκα, με τόσο σημαντικό πρόβλημα, πήγε στη συναγωγή.
Εμείς, σήμερα, τι κάνουμε;
Είμαστε άξιοι να συγκριθούμε με τη γυναίκα του Ευαγγελίου;
Νομίζω, αγαπητοί μου, πως όχι.
Και θα με ρωτήσετε, κατευθείαν, γιατί.
Γιατί, εμείς σήμερα δεν εκκλησιαζόμαστε πραγματικά. Δεν εκκλησιαζόμαστε με όλη μας τη ψυχή.
Εκκλησιαζόμαστε για άλλα πράγματα. Να μας δει ο κόσμος, είναι «συνήθεια» ή για να ζητήσουμε κάτι.
Δεν πηγαίνουμε στο ναό για το Θεό· αλλά για να πάρουμε κάτι από το Θεό.
Αυτή είναι η διαφορά με τη γυναίκα.
18 ολόκληρα χρόνια, η γυναίκα δεν παραπονέθηκε ποτέ για αυτό που της συνέβη. Προσερχόταν στη Συναγωγή, για να ακούσει το λόγο του Θεού.
Φανταστείτε αυτό να συνέβη και σε εμάς. Ξέρετε τι θα κάναμε;
Από την πρώτη στιγμή, θα ζητούσαμε από το Θεό να μας ανακουφίσει από το βάρος. Αν δεν μας βοηθούσε, δεν θα ξαναπατούσαμε, πιθανόν, στην εκκλησία.
Μάθαμε να παίρνουμε. Η εποχή μας είναι εποχή πλουτισμού και όχι εποχή δοσίματος.
Βρίσκουμε εκατοντάδες δικαιολογίες για να μην εκκλησιαστούμε την Κυριακή.
Έχω διαβάσματα, ξενύχτησα Σάββατο βράδυ, δουλεύω πρωί, θέλω να ξεκουραστώ και δεκάδες άλλες δικαιολογίες.
Όμως, ξεχάσαμε το σημαντικό· «Ἐὰν μὴ Κύριος οἰκοδομήσῃ οἶκον, εἰς μάτην ἐκοπίασαν οἱ οἰκοδομοῦντες» (Ψαλμὸς 126,1). Αν ο Κύριος δεν ευλογήσει τα έργα μας, τότε όλα είναι μάταια. Αν νομίζουμε ότι την Κυριακή θα δουλέψουμε αντί να πάμε στην Εκκλησία για να κερδίσουμε περισσότερα, τότε πλανιόμαστε.
Παρόλα αυτά, δεν φταίνε μόνο οι άνθρωποι που δεν προσέρχονται στο ναό. Φταίμε λίγο και εμείς· εμείς που νομίζουμε ότι είμαστε «άνθρωποι της εκκλησίας».
Γιατί;
Λέμε ότι πηγαίνουμε Εκκλησία, αλλά δεν αγαπάμε τον διπλανό μας.
Λέμε ότι πηγαίνουμε Εκκλησία, αλλά δεν συμφιλιωνόμαστε με τους εχθρούς μας.
Λέμε ότι πηγαίνουμε Εκκλησία, αλλά δεν βοηθάμε τον πάσχοντα συνάνθρωπό μας.
Με λίγα λόγια, δεν προσπαθούμε να μοιάσουμε το Χριστό. Προσπαθούμε να εξυπηρετήσουμε τα δικά μας «θέλω» και τίποτα παραπάνω.
Καιρός είναι να κοιτάξουμε έξω από τα στεγανά μας. Να αναλογιστούμε λίγο την πορεία μας. Να προσπαθήσουμε, όσο μπορούμε, να μην αλλάξουμε δρόμο· να μην απομακρυνθούμε από το Χριστό και από την Εκκλησία.
Σωτήριος Θεολόγου
Φοιτητής Α.Ε.Α.Α.