Τετάρτη 25 Δεκεμβρίου 2013

Ομιλία του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, για τη Γέννηση του Κυρίου Ημών Ιησού Χριστού


Γιορτάζουν τά πάντα ὁλόγυρα. Γι᾽ αὐτό κι ἐγώ νά γιορτάσω θέλω. Θέλω νά εὐφρανθεῖ ἡ ψυχή μου, νά πανηγυρίσει ἀπό τά καταβάθια μου. Εὐφραίνομαι βέβαια ὄχι κρούοντας τήν κιθάρα ἤ παίζοντας τό ραβδί τῶν σατύρων, οὔτε χρησιμοποιώντας αὐλούς ἤ ἀνάβοντας δάδες. 

Εὐφραίνομαι βλέποντας ἀντί γιά τά μουσικά ὄργανα τά σπάργανα τοῦ Χριστοῦ. Αὐτά εἶναι ἡ ἐλπίδα μου, αὐτά εἶναι ἡ ζωή μου. Αὐτά φέρνω μαζί μου, καί μέ τήν ἐνίσχυση πού παίρνω, τραγουδῶ μαζί μέ τούς Ἀγγέλους, Δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ, καί μαζί μέ τούς ποιμένες, Καί ἐπί γῆς εἰρήνη ἐν ἀνθρώποις εὐδοκία. 

Σήμερα γεννιέται γιά χάρη μου ἀπό παρθένο Αὐτός πού γεννήθηκε μέ τρόπο ἀπερίγραπτο ἀπ᾽ τόν Πατέρα. Τότε, προαιώνια, γεννήθηκε ἀπό τόν Πατέρα μέ τρόπο πού ταιριάζει στή Θεία φύση, τρόπο πού μόνο ὁ Γεννήτορας γνωρίζει. Σήμερα πάλι ξαναγεννήθηκε μέ ἀταίριαστο στή Θεία φύση τρόπο. Μέ τρόπο πού ἡ Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος τώρα καλά γνωρίζει. Ἀληθινή κι ἡ οὐράνια γέννησή Του, ἀληθινή κι ἡ ἐπίγεια. Ἀληθινός Θεός ἀπ᾽ τό Θεό γεννήθηκε, κι ἀληθινός ἄνθρωπος ὁ Ἴδιος ἀπ᾽ τήν Παρθένο γεννήθηκε πάλι.

Στόν οὐρανό μόνος Υἱός τοῦ Μόνου Θεοῦ, Μονογενή. Στή γῆ μόνος Υἱός ἄγαμης παρθένου ὁ Ἴδιος, πάλι Μονογενής. Γιατί καθώς εἶναι ἀσέβεια νά ὑποθέσουμε τήν ὕπαρξη μητέρας στήν οὐράνια γέννησή Του, ἔτσι εἶναι βλαστήμια νά ὑποθέσουμε τήν ὕπαρξη πατέρα στήν ἐπίγειά Του γέννηση. 

Ὁ Θεός Πατέρας Τόν γέννησε χωρίς νά χάσει κάτι ἀπό τήν Θεότητά Του. Ἡ παρθένος Τόν γέννησε χωρίς νά χάσει τήν παρθενία της. Οὔτε πάλι ὁ Θεός ἔχασε τήν Θεϊκή Του ὑπόσταση ὅταν Τόν γέννησε, γιατί Τόν γέννησε ὅπως ἁρμόζει σέ Θεό. Ἀλλά κι οὔτε ἡ παρθένος φθάρηκε. Ὁ τοκετός Του ἦταν γεγονός πνευματικό. 

Λοιπόν, οὔτε ἡ οὐράνιά Του γέννηση μπορεῖ νά ἐξηγηθεῖ, οὔτε ἡ ἐπίγεια σάρκωσή Του ἐπιδέχεται ἑρμηνεῖες. Ἐκεῖνο πού ξέρω μέ σιγουριά σήμερα εἶναι ὅτι Τόν γέννησε ἡ Παρθένος.

Πιστεύω ὅτι Τόν γέννησε ὁ Πατέρας, προαιώνια. Σχετικά μέ τόν τρόπο τῆς γέννησης ὅμως ἔμαθα νά σιωπῶ. Δέν μοῦ ὑπόδειξαν οἱ παλιοί νά δοκιμάζω λογικές ἑρμηνεῖες. Γιατί ὅταν πρόκειται γιά τό Θεό δέν πρέπει κανείς νά ἀναλύει τά γεγονότα, ἀλλά νά πιστεύει στή δύναμη Αὐτοῦ πού τά πραγματοποιεῖ. 

Ἀναμφίβολα εἶναι φυσικός νόμος νά γεννᾶ ἡ γυναίκα μόνο ὅταν συνευρεθεῖ μέ ἄντρα. Ὅταν ὅμως μιά παρθένος πού δέν γνώρισε ἄντρα γεννήσει καί μετά τόν τοκετό παραμείνει πάλι παρθένος, αὐτό ξεπερνᾶ τούς φυσικούς νόμους. Ὅ,τι ἔχει σχέση μέ τούς φυσικούς νόμους ἀξίζει νά ἐρευνιέται, ὅ,τι ὅμως τούς ξεπερνᾶ πρέπει νά περιβάλλεται μέ τιμητική σιωπή. Κι αὐτό βέβαια ὄχι ἐπειδή τοῦ πρέπει ἀποσιώπηση, ἀλλ᾽ ἐπειδή ἀξίζει νά μένει μυστήριο καί νά τιμᾶται χωρίς πολυλογίες.

Συγχωρέστε με, σᾶς παρακαλῶ, πού νιώθω ἀδύναμος νά συνεχίσω τό λόγο πέρα ἀπ᾽ τόν πρόλογο. Φοβοῦμαι νά προχωρήσω στήν ἔρευνα τῶν πιό σημαντικῶν. Δέν κατέχω τόν τρόπο. Δέν ξέρω πού νά στρέψω τό λόγο. Τί νά πῶ; γιά ποιό νά μιλήσω; Βλέπω τή μητέρα, ἀντικρύζω τό παιδί, ὅμως τόν τρόπο τῆς γέννησης δέν τόν καταλαβαίνω. 

Ὅπου ὁ Θεός ἔχει ἄλλη βουλή, ἐκεῖ νικιέται ὁ φυσικός νόμος, νικιέται κι ἡ τάξη τοῦ κόσμου. Δέν γεννήθηκε σύμφωνα μέ τούς νόμους τῆς φύσης. Θαυματούργησε πάνω ἀπό τά ὅρια τῆς φύσης. Ἡ φύση ἀδράνησε. Ἐνήργησε ἡ βούληση τοῦ Δεσπότη. Τί ἀπερίγραπτο δῶρο! Ὁ Μονογενής πού ὑπάρχει προαιώνια, αὐτός πού δέν ἐμπίπτει στίς ἀνθρώπινες αἰσθήσεις, ὁ ἀσύνθετος, ὁ ἀσώματος, περιβλήθηκε τό σῶμα μου. 

Τό σῶμα πού ὑπόκειται στή φθορά, πού συλλαμβάνεται ἀπό τίς αἰσθήσεις. Γιατί; Γιά νά μπορέσει νά μᾶς διδάξει καθώς θά Τόν βλέπουμε ἀνάμεσά μας κι ἔτσι νά μᾶς ὁδηγήσει σέ ἐκεῖνα πού τά χοϊκά μάτια μας ἀδυνατοῦν νά δοῦνε. Οἱ ἄνθρωποι ἔχουν μεγαλύτερη ἐμπιστοσύνη στά μάτια τους παρά στ᾽ αὐτιά τους κι ἔτσι ἀμφιβάλλουν γιά ὅ,τι δέν βλέπουν. 

Γι᾽ αὐτό ἀκριβῶς ὁ Θεός ἀνέχθηκε νά παρουσιαστεῖ μέ σῶμα μπρός στά μάτια μας γιά νά διαλύσει τίς ἀμφιβολίες πού εἴχαμε, ἀκούγοντας μόνο τά λόγια Του. Καί γεννιέται ἀπό παρθένο πού ἀγνοεῖ τήν ὑπόθεση καί πού δέν πῆρε ἐνεργό μέρος στό γεγονός, οὔτε συννενοήθηκε γιά τήν πραγματοποίησή του. 

Ἡ Παρθένος ἦταν ἁπλό ὄργανο τῆς ἀπόρρητης δύναμης τοῦ Θεοῦ. Ἕνα μόνο πράγμα γνώριζε, ἐκεῖνο πού ρώτησε κι ἔμαθε ἀπό τόν Γαβριήλ. Ὅταν δηλαδή ρώτησε, «πῶς ἔσται μοι τοῦτο ἐπεί ἄνδρα οὐ γιγνώσκω» ἐκεῖνος τῆς εἶπε: Αὐτό θέλεις νά μάθεις; «Πνεῦμα Ἅγιον ἐπελεύσεται ἐπί σέ καί δύναμις Ὑψίστου ἐπισκιάσει σοι».

Καί πῶς, ἐνῶ ἦταν «μετ᾽ αὐτῆς», σέ λίγο γεννήθηκε «ἐξ αὐτῆς»; Ὅπως ὁ τεχνίτης ὅταν βρεῖ εὔπλαστη ὕλη, κατασκευάζει πιό ὄμορφο τό ἀγγεῖο, ἔτσι καί ὁ Χριστός. Ἐπειδή βρῆκε ἅγιο καί τό σῶμα καί τήν ψυχή τῆς Παρθένου, φιλοτέχνησε ἔμψυχο Ναό δικό Του. Καί ἀφοῦ κεῖ μέσα, μέ τόν τρόπο πού θέλησε, ἔπλασε τόν καινούργιο ἄνθρωπο, καί ἀφοῦ τόν περιβλήθηκε, γεννήθηκε σάν σήμερα, χωρίς καθόλου νά ἀπεχθάνεται τήν κακόμοιρη ἀνθρώπινη πεσμένη φύση. 

Καί φυσικά δέν θεώρησε προσβλητικό νά περιβληθεῖ τό δικό Του ἔργο. Ἀλλά καί τό δημιούργημά Του ἀπολάμβανε τήν πιό μεγάλη δόξα μέ τό νά γίνει ἔνδυμα τοῦ δημιουργοῦ Του. Ὅπως στήν ἀρχική δημιουργία δέν ἦταν δυνατό νά ὑπάρξει ὁ ἄνθρωπος πρίν πάρει ὁ Θεός στά χέρια Του τόν πηλό, ἔτσι καί τό φθαρμένο ἀνθρώπινο σῶμα δέν ἦταν δυνατό νά ἀνακαινιστεῖ, ἄν δέν γινόταν ἔνδυμα τοῦ δημιουργοῦ Του.

Ἀλλά τί νά πῶ; Γιά ποιό πράγμα νά μιλήσω; Μένω ἔκπληκτος μπροστά στό θαῦμα. Ὁ «Παλαιός τῶν ἡμερῶν» ἔχει γίνει παιδάκι. Ὁ καθισμένος σέ θρόνο ψηλό κι ὑπερυψωμένο τοποθετεῖται σέ φάτνη. Ὁ ἀψηλάφητος κι ἀσύνθετος καί ἀσύμμικτος καί ἀσώματος ἀγκαλιάζεται ἀπό ἀνθρώπινα χέρια. Αὐτός πού ἔσπασε τά δεσμά τῆς ἁμαρτίας τυλίγεται μέ σπάργανα, ἐπειδή αὐτή εἶν᾽ ἡ θέλησή Του. 

Γιατί θέλει νά μετατρέψει τήν ἀτιμία σέ τιμή, νά ντύσει τήν ἀδοξία μέ δόξα. Νά προβάλει ὡς ἐνάρετο ἦθος ἐκεῖνο πού ἀποτελοῦσε ὑπέρτατη προσβολή. Ἔτσι, λοιπόν, ἀναλαμβάνει τό δικό μου σῶμα γιά νά μπορέσω ἐγώ νά ὑποδεχτῶ τό Λόγο Του. Καί παίρνοντας τή σάρκα μου μοῦ χαρίζει τό Πνεῦμα Του, ὥστε μέ τή δοσοληψία αὐτή νά μοῦ προμηθεύσει τό θησαυρό τῆς ζωῆς. Παίρνει τή σάρκα μου γιά νά μέ ἁγιάσει. Μοῦ δίνει τό Πνεῦμα Του γιά νά μέ ἀπελευθερώσει.

Ἀλλά τί νά πῶ; Γιά ποιό πράγμα νά μιλήσω; «Ἰδού ἡ Παρθένος ἐν γαστρί ἕξει.» Καί ποιόν γέννησε; Ποιόν; Τόν κυρίαρχο τῆς φύσης. Ἡ φύση τό διακηρύττει. Τόν γέννησε ὅπως Ἐκεῖνος θέλησε νά γεννηθεῖ. 

Ὁ τρόπος τῆς γέννησης δέν ἦταν ὁ συνηθισμένος φυσικός τρόπος, ἀλλά Ἐκεῖνος, ὡς κυρίαρχος τῆς φύσης, ὅρισε ἕναν ἀλλιώτικο τρόπο. Νά δείξει ἤθελε πώς ἀκόμα κι ὅταν γίνεται ἄνθρωπος δέν γεννιέται ὅπως οἱ ἄνθρωποι, ἀλλά καθώς ἁρμόζει στό Θεό. 

Λοιπόν, προῆλθε ἀπό τήν Παρθένο πού ὑπερνίκησε τούς φυσικούς νόμους, πού ξεπέρασε τήν ἀναγκαιότητα τοῦ γάμου. Ὁ ὑπέρτατος ἀρχηγός τῆς ἁγιοσύνης ἔπρεπε νά ᾽ρθει στόν κόσμο μονάχα μέσα ἀπό καθαρό κι ἅγιο τοκετό. Γιατί Αὐτός εἶναι πού τότε ἀπό ἄσπιλο χῶμα ἔπλασε τόν Ἀδάμ κι ἀπό τόν Ἀδάμ χωρίς συμμετοχή γυναίκας, δημιούργησε γυναίκα. 

Ὅπως, λοιπόν, ὁ Ἀδάμ χωρίς τήν συμμετοχή γυναίκας παρήγαγε γυναίκα, ἔτσι καί σάν σήμερα ἡ Παρθένος, χωρίς τήν συμμετοχή ἄντρα γέννησε ἄντρα. «Γιατί εἶναι ἄνθρωπος», λέει, «καί ποιός θά τόν ἀναγνωρίσει»; Ἐπειδή, λοιπόν, τό γυναικεῖο γένος εἶχε ὑποχρέωση πρός τήν ἀνθρωπότητα, μιά καί ἀπό τόν Ἀδάμ δημιουργήθηκε ἡ γυναίκα χωρίς συνδρομή γυναίκας, γι᾽ αὐτό ἀκριβῶς σάν σήμερα γέννησε ἡ Παρθένος χωρίς τή συνδρομή ἄντρα, γιά νά ξοφληθεῖ τό χρέος τῆς Εὔας πρός τούς ἄντρες.

Προκειμένου, δηλαδή, νά μήν ὑπερηφανευθεῖ ὅτι μόνος του δημιούργησε τή γυναίκα ὁ Ἀδάμ, γι᾽ αὐτό ἀκριβῶς ἡ Παρθένος γέννησε ἄντρα χωρίς νά νυμφευθεῖ, γιά νά φανεῖ, μέ τήν ἀναλογία αὐτή τοῦ θαύματος ἡ φυσική ἰσοτιμία τῶν δύο φύλων. Ὅπως, μάλιστα, ὅταν πῆρε ὁ Θεός τήν πλευρά τοῦ Ἀδάμ γιά νά πλάσει τήν Εὔα, δέν τόν ἄφησε λειψό, ἔτσι καί ὅταν ἔπλασε τόν ἔμψυχο ναό Του ἀπ᾽ τήν Παρθένο, δέν κατάργησε τήν παρθενία Της. Ἀκέραιος ἔμεινε ὁ Ἀδάμ καί μετά τήν ἀφαίρεση τῆς πλευρᾶς του. Ἄφθαρτη ἔμεινε κι ἡ Παρθένος μετά τόν τοκετό.

Ὁ Θεός δέν δημιούργησε ναό Του ἀπό κάποια ἄλλη ὕλη, οὔτε ἔπλασε ἕνα ἀλλοιώτικο σῶμα γιά νά περιβληθεῖ, μήπως θεωρηθεῖ ὅτι προσβάλλει τό ὑλικό ἀπό τό ὁποῖο ἦταν πλασμένος ὁ Ἀδάμ. Κι ἐπειδή ὁ ἄνθρωπος ἐξαπατημένος ἀπό τό διάβολο ἔγινε ὄργανό του, γι᾽ αὐτό ἀκριβῶς κι ὁ Θεός περιμάζεψε αὐτό τόν ξεπεσμένο ἔμψυχο ναό. 

Ἔτσι ὥστε νά βοηθηθεῖ ὁ ἄνθρωπος κοινωνόντας μέ τό δημιουργό Του καί νά μπορέσει νά ἀπομακρυνθεῖ ἀπό τή συντροφιά τοῦ διαβόλου. Ὅμως καί ὅταν γίνεται ἄνθρωπος δέν γεννιέται ὡς κοινός ἄνθρωπος, ἀλλά γεννιέται ὡς Θεός.

Γιατί ἄν προερχόταν ἀπό ἕνα συνηθισμένο γάμο, ὅπως λόγου χάρη ἐγώ, οἱ περισσότεροι δέν θά πίστευαν πώς εἶναι Θεός. Τώρα ὅμως, γι᾽ αὐτό ἀκριβῶς γεννιέται ἀπό Παρθένο. Γι᾽ αὐτό κατά τήν γέννησή Του διατηρεῖ τή μήτρα της ἀναλλοίωτη καί διαφυλάττει τήν παρθενία της ἄφθαρτη. Νά μέ ἀναγκάσει ἔτσι θέλει ὁ ἀσυνήθιστος τρόπος τῆς γέννησης, νά παραδεχτῶ πέρα γιά πέρα τήν τέλεια θεότητά Του.

Λοιπόν κι ἄν κάποιος εἰδωλολάτρης, κι ἄν κάποιος Ἑβραῖος μέ ρωτᾶ πῶς γίνεται ὁ Χριστός ἄν καί Θεός ὡς πρός τήν φύση Του, νά ἔχει πάρει σάρκα ἀνθρώπου, θά τοῦ ἀπαντήσω μ᾽ αὐτόν τόν τρόπο. Θά τοῦ παρουσιάσω ὡς ἀπόδειξη τοῦ ἰσχυρισμοῦ μου τήν ἄσπιλη σφραγίδα τῆς παρθενίας. 

Δέν μπορεῖ παρά νά ᾽ναι Θεός Αὐτός πού νικᾶ τή φυσική τάξη. 

Δέν μπορεῖ παρά νά ᾽ναι ὁ πλάστης τῆς μήτρας κι ὁ δημιουργός τῆς παρθενίας Αὐτός πού γεννήθηκε μέ τρόπο ἀμόλυντο καί οἰκοδόμησε γιά τόν ἑαυτό Του ναό, ἄγνωστο πῶς, ἀλλά πάντως μέ τόν τρόπο πού Ἐκεῖνος θέλησε...