- Είπατε ότι έχομε την παράδοσί μας και πρέπει να την κρατάμε. Όμως, κείμενα με μεγάλη σοφία υπάρχουν και σε άλλους λαούς… Δεν θα έπρεπε να μελετάμε κι αυτά που λένε και οι άλλοι λαοί; Έχοντας, δηλαδή, την δική μας ταυτότητα να προσέχωμε ταυτόχρονα και τους άλλους λαούς, ειδικά σήμερα που υπάρχει μια παγκοσμιοποίησι…
Σαφώς… Αλλ’ εάν τυχόν δεν ήταν έτσι, εάν τυχόν η Ορθοδοξία δεν ήταν Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία, εγώ δεν θα έλεγα αυτά τα πράγματα. Η ορθόδοξη πίστη μας τους σέβεται όλους και ανακεφαλαιώνει το όλον. Νοιώθω ότι μπορεί κανείς να μιλήση απόλυτα, επειδή υπάρχει μέσα εδώ, στο βάθος της σοφίας, η γνησιότης και η αγάπη για όλο τον κόσμο. Κι έτσι καταργούνται, πέφτουν τα είδωλα και υψώνεται η εικόνα του Θεού. Κάποια φορά είχα πη σε κάποιους αναρχικούς: "Κοιτάξτε, ο άνθρωπος είναι τόσο μεγάλος, που δεν χωρά σε κανένα κόμμα, σε καμμιά θρησκεία, σε καμμιά φιλοσοφία. Αν θέλετε, δεν χωρά ούτε στην Ορθοδοξία. Αλλ’ επειδή η Ορθοδοξία με βοηθά να είμαι μη-ορθόδοξος, γι’ αυτό είμαι ορθόδοξος. Και στην Εκκλησία δεν λατρεύουμε τον Θεόν, αλλά τον υπερ-Θεόν".
Όταν παρακολουθούμε την Μεγάλη Εβδομάδα, όταν ο Αρχηγός της πίστεως μας θυσιάζεται για όλους -και γι’ αυτούς ακόμη που Τον σταυρώνουν- όταν αντιδρά προς τον Απόστολο Πέτρο και του λέει: "Βάλε το μαχαίρι σου στην θήκη του, γιατί δεν ήλθαμε να χτυπήσωμε τους εχθρούς∙ δεν έχομε εχθρούς. Ήλθα να καταργήσω την έχθρα" -ή όπως λέει το τροπάριο: "Και πάντα υπομείνας, άπαντας έσωσε"- όταν γίνεται αυτό, τότε νοιώθεις ότι εδώ υπάρχει η Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία.
Εδώ μας δίδεται αυτό το παράδειγμα ότι θυσιάστηκε ο Θεός της πίστεως μας, όχι για να σώση μερικούς, ούτε για να σώση τον εαυτό Του, αλλά για να σώση την οικουμένη. Κι εφ’ όσον είναι έτσι, τότε αναπαύεται κι ο κάθε άνθρωπος. Ο άγιος Συμεών ο νέος Θεολόγος λέει: «Γνώρισα έναν άνθρωπο, ο οποίος αγαπούσε τόσο πολύ τους αδελφούς του, που έλεγε: "Θεέ μου, θέλω να σώσης τους αδελφούς μου∙ και να τους σώσεις όλους. Αν τυχόν δεν σώσης όλους τους αδελφούς μου, δεν θέλω να σώσης ούτε εμένα. Γιατί δεν μπορώ να καταλάβω τι σημαίνει παράδεισος, χωρίς τους αδελφούς μου"».
Η λογική της πίστεως μας, η λογική του αγίου Κοσμά του Αιτωλού, είναι τέτοια, που αναπαύει τον άνθρωπο, γιατί αναπαύει την ανθρωπότητα ολόκληρη. Και μου φαίνεται ότι ο άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός, μ’ αυτόν τον χαρακτήρα του, δεν θα μπορούσε να είναι ποτέ ένας γερμανόφωνος ρωμαιοκαθολικός. Αλλ’ είναι ένας ρωμιός, και είναι αυτός που είπε: "Το κακό θα έλθη από τους διαβασμένους". Δεν είπε ότι θα έλθη από τους μορφωμένους. Γιατί ο λαός μας, κάποιον που ξέρει πολλά, τον λέει πολύξερο∙ κάποιον, ο οποίος έχει προχωρήσει κι έχει χωνέψει αυτά που ξέρει, έχει γνώσι, τον λέει γνωστικό. Άλλος είναι ο πολύξερος κι άλλος ο γνωστικός. Αλλά το θέμα είναι ότι, για να γίνωμε μορφωμένοι, θα πρέπη να "μορφωθή ο Χριστός εν ημίν".
Από την άλλη μεριά, "ψήγματα και κομμάτια αλήθειας" υπάρχουν παντού∙ αλλ’ έχει σημασία να βρης το όλον. Γι’ αυτό κι ο άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός, ο οποίος επίστευε, ο οποίος ζούσε όλη αυτή την χάρι, ενώ έκανε τον αγράμματο για να μιλήσει στους αγράμματους, κάποτε είπε: "Κοιτάξτε, έχω διαβάσει όλα τα βιβλία, όλες τις πίστες, κι έχω βρει ότι όλες είναι κάλπικες και η δική μας είναι η αληθινή".
- Τι εννοούσε ο άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός όταν έλεγε: "Μιλάει μέσα από τον τάφο, από το σκαμνί, ο νεκρός εαυτός μου…";
Είναι αυτό που λέμε: "Ο βρεγμένος δεν φοβάται την βροχή κι ο σκοτωμένος δεν φοβάται καμμιά απειλή …". Νομίζω ότι αυτό που έλεγε ο άγιος Κοσμάς, είναι αυτό που λέει ο Κύριος: "Όποιος θέλει να σώση την ψυχή του, θα την χάση∙ και όποιος την χάσει, ένεκεν εμού και του ευαγγελίου, αυτός θα την σώση". Έτσι δια της απωλείας, φθάνομε στην εύρεσι και δια του μίσους του εαυτού μας, φθάνουμε στην αληθινή αγάπη.
Νομίζω, επίσης, ότι ο άνθρωπος έχει έναν δυναμισμό κεκρυμμένο, όπως είναι ο σπόρος, ο οποίος εάν δεν πεθάνη στη γη τη γόνιμη, "αυτός μόνος μένει∙ εάν δε αποθάνη, φέρει πολύ καρπό". Εάν τυχόν ο άνθρωπος λατρεύη τον εαυτό του, αυτοπροβάλλεται, λιβανίζη τον εαυτό του, τότε πνίγει τον εαυτό του. Εάν τυχόν έχη σαν σκοπό να τα "δώση όλα" για να αναπαυθή ο αδελφός του, ήδη μπήκε στην αιώνια ζωή. Γιατί ζη για τον αδελφό του, και ο εαυτός του είναι όλοι οι άλλοι.
Και νομίζω ότι, ο άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός είχε αυτή την αγάπη, γι’ αυτό είχε και αυτή την δύναμι. Γιατί ήταν αληθινός άνθρωπος, γιατί σεβόταν τον άλλο, γιατί ο άλλος ήταν ο εαυτός του. Και γιατί κοντά σ’ αυτόν, τον μικρό, τον ταπεινό και μεγάλο, ο κάθε ένας άνθρωπος έπαιρνε μία αξία, κι αυτός χαιρόταν όταν έπαιρνε ο άλλος αξία, όταν ο άλλος αναπαυόταν. Αλλ’ αυτό δεν γίνεται αν τυχόν εγώ κάνω το δικό μου σύλλογο, αν τυχόν εγώ θέλω να προβάλλω τον εαυτό μου∙ παρά μόνο αν τυχόν γίνωμαι φυτόχωμα για να φυτρώση ο άλλος το δέντρο του, αν εγώ τυχόν πάω στην άκρη, εξαφανίζομαι, δεν υπάρχω, δεν θέλω κανένα "ευχαριστώ" αρκεί μόνο να ζήση ο άλλος.
Ο άλλος είναι ο εαυτός μου. "Έν σώμα και έν πνεύμα εσμέν οι πολλοί". Γι’ αυτό οι Άγιοι, δηλαδή οι ταπεινοί, κι όταν υπάρχουν είναι σαν ανύπαρκτοι∙ δεν πιάνουν χώρο, δεν κάνουν φασαρία. Κι όταν δεν υπάρχουν "έν σαρκί", όταν λείπουν, είναι εξ ίσου μαζί μας και κρατούν τον κόσμο ολόκληρο στην ζωή. Οπότε, ο τρόπος του να υπάρχης, είναι ο τρόπος το να πεθαίνης και να θυσιάζεσαι εκούσια, από αγάπη για τον Άλλον και για τον άλλον.
- Φοβάμαι ότι πολλοί, αν και πηγαίνωμε στην εκκλησία, έχομε ένα κενό στην πίστι μας, δεν πιστεύομαι ουσιαστικά στον Θεό. Πού νομίζεται ότι οφείλετε αυτό;
Θυμάστε εκείνο το περιστατικό, που ένας πατέρας πήγε το άρρωστο παιδί του στον Κύριο και Τον παρακάλεσε να τον βοηθήση. Και είπε ο Κύριος: "Εάν πιστεύεις, πάντα δυνατά τω πιστεύοντι". Και αυτός ο άνθρωπος, ο βασανισμένος, ήταν ειλικρινής και είπε: "Πιστεύω, Κύριε, βοήθει μου τη απιστία" (Μαρκ. θ΄, 24). Πιστεύω και ταυτόχρονα είμαι άπιστος βοήθησέ με να πιστέψω.
Εάν τυχόν νοιώθω μια πίστη, θα πρέπει να πω: "Δόξα τω Θεώ, νοιώθω μιαν ανάπαυση". Εάν τυχόν νοιώθω μιαν αμφιβολία. Θα πρέπει να εξομολογηθώ τον λογισμό μου. Κι έτσι κενούμενος, αδειάζοντας κανείς και όντας τίμιος με τον εαυτό του, προχωρεί στην αλήθεια και βρίσκει τη μία πίστη, η οποία δεν είναι δοξασία, αλλ’ είναι φανέρωση της δυνάμεως, της αγάπης του Θεού, η οποία σώζει τον άνθρωπο∙ και τον ελάχιστο άνθρωπο, τον καθένα, τον κάνει Θεό, κατά χάρη∙ και ταυτόχρονα είναι αυτή η πίστη και η αγάπη, η οποία δυνάμει σώζει την οικουμένη.
Σας λέω: Να σέβεστε τον εαυτό σας, να είστε ειλικρινείς με τον εαυτό σας και να "επισκέπτεσθε" τον εαυτό σας, όπως λέει ο άγιος Συμεών. Και να εξασφαλίσετε μια ήσυχη ώρα και μια ήσυχη γωνιά, που θα είναι μόνο για τον εαυτό σας. Και μάθετε να λέτε το "Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησόν με τον αμαρτωλό: Εσύ είσαι ο Χριστός, ο Υιός του Θεού, ο Θεός, ο δυνατός∙ εγώ είμαι ο αδύναμος, ο αμαρτωλός. Σε γνωρίζω και δεν Σε γνωρίζω. Ξέρω ότι είμαι αδύναμος, ξέρω ότι Εσύ με αγαπάς και ζητώ το έλεός Σου".
Εάν τυχόν αυτό γίνει, τότε θα βρούμε σιγά - σιγά τον εαυτό μας, και δεν θα είμαστε εκτός εαυτού, δεν θα ζούμε έξω από τον εαυτό μας. Εάν τυχόν δεν επισκεπτόμαστε τον εαυτό μας, εάν δεν έχομε μια ήσυχη ώρα και μια ήσυχη γωνιά, τότε θα είμαστε συνέχεια ζαλισμένοι και συνέχεια μαριονέτες, που μας κινούν άλλες δυνάμεις: είτε η τηλεόραση, είτε οι εφημερίδες, είτε τα μαθήματα, είτε η επιπολαιότης, είτε τα πάθη τα δικά μας … Ενώ το βαθύτερο είναι μας, αυτό το οποίο φέρει τη χάρη του αγίου Κοσμά του Αιτωλού, θέλει να πει: "Κοίταξε, δεν είμαι τίποτε, αλλά ταυτόχρονα έχω μια δύναμη, που δεν φοβάται ούτε το χάρο".
Για να γίνει αυτό το πράγμα, θα πρέπει κανείς να βρει τον εαυτό του. Και θα βρει κανείς τον εαυτό του, αν μπορεί να είναι ειλικρινής, κατ’ αρχήν, με τον εαυτό του. Και τότε θα νοιώσει ότι είναι, σαν άνθρωπος, ένα μπόλι ελάχιστο, το οποίο μπολιάζεται στην καλλιέλαιο. Μπολιάζεται σ’ ένα δένδρο βαθύρριζο, και νοιώθει ότι το μπόλι αυτό έπιασε. Μεγαλώνουν τα κλαδιά, ανθίζει το μπόλι και βγάζει καρπούς. Κι αυτό το ελάχιστο μπόλι έχει δικές το ρίζες, τις ρίζες τις βαθύτατες του αιωνόβιου δένδρου. Τότε κανείς νοιώθει ότι, αυτά που ζει μέσα του, ή αυτά που λέει, δεν είναι κάτι που τα διάβασε και κρατάει ένα χαρτί και τα λέει, αλλ’ είναι κάτι που βγαίνει από μέσα του. Και τι βγαίνει από μέσα του; Βγαίνει, μια στιγμή, ένα "Δόξα τω Θεώ".
Κι αυτός ο άνθρωπος, που μέσα του έχει "μορφωθεί" ο Χριστός, αυτός ο άνθρωπος έχει μία υγεία πνευματική, έχει μία ηρεμία και μία ελευθερία, και νοιώθει ότι δεν έχει κανένα παράπονο για τίποτε και για κανένας άνθρωπο. Γιατί αν τυχόν εμείς παραπονιόμαστε και μουρμουρίζουμε και δυσανασχετούμε, σημαίνει όχι ότι μας φταίνε οι άλλοι, αλλ’ ότι εμείς δεν έχομε την υγεία την μεγάλη, το δυνατό σώμα για να χωνέψει τη κάθε τροφή, εμείς δεν έχομε ελάχιστη από τη χάρη και το δυναμισμό του αγίου Κοσμά του Αιτωλού.
Ένας άνθρωπος μορφωμένος εν Χριστώ, ένας άνθρωπος μικρός εν Χριστώ, δηλαδή μεγάλος, είναι ήσυχος, ήρεμος, δεν απειλεί κανέναν. Αλλ’ όλα το κάνουν καλό και λέει μόνο: "Δόξα σοι, ο Θεός". Κι όσο περνούν τα χρόνια δεν χάνει δύναμη, αλλ’ αυξάνεται η δύναμή του. Και όταν γεράσει, τότε νοιώθει ότι τα γεράματα είναι συμπεπυκνωμένη νεότης. Και όταν πεθάνει, νοιώθει ότι δια του θανάτου μπαίνει σε μια πλήμυρα ζωής, την οποία δεν μπορούσε ν` αντέξει όσο ήταν ζωντανός.
-Είναι κοινώς αποδεκτό ότι σήμερα υπάρχει ένας κορεσμός των πάντων∙ της ύλης, της ηδονής, της απολαύσεως … Κάποια στιγμή απολυτοποιήθησαν τα πάντα, πλην της ορθοδόξου πίστεως. Αλλά σήμερα πολλοί νέοι θέλουν να προσεγγίσουν, θέλουν να ακουμπήσουν κάπου. Οι εκφραστές, όμως, του θείου λόγου - γιατί ο θείος λόγος, από μόνος του, είναι γλυκύς και πανέτοιμος να τους δεχτεί - οι ιερείς, θεολόγοι, κτλ, θα μπορέσουν άραγε να συνδυάσουν την παράδοση με τον σύγχρονο λόγο, ώστε να προσεγγίσουν αυτούς τους νέους, που είναι η ελπίδα του μέλλοντος; Και πώς διαβλέπετε το μέλλον της νεολαίας μας;
Με αυτά που είπατε και συμφωνώ και διαφωνώ∙ και θα σας εξηγήσω. Κατ’ αρχάς, ποια είναι η νεολαία; Είναι τα νέα παιδιά; Εγώ σας λέω ότι, αυτό που ζητάμε όλοι, είναι όχι μία βιολογική νεότητα, η οποία παρέρχεται με το πέρασμα του χρόνου, αλλά μια χάρη η οποία, όπως λέμε, ξεπερνά τον θάνατο …
Έπειτα, ποιοι είναι οι εκφραστές του θείου λόγου; Μπορεί εγώ να μιλάω για την Ορθοδοξία, να μιλάω για την ταπείνωση και ταυτόχρονα από μέσα μου να αναδύεται μια αποφορά εγωισμού∙ να μιλάω για ησυχία και να σας ταράσσω. Βέβαια υπάρχουν οι Άγιοι, υπάρχουν οι φορείς και εκφραστές του θελήματος του Θεού, κι αυτοί που φανερώνουν τη χάρη της Εκκλησίας, αλλ’ αυτοί οπωσδήποτε δεν είναι εκείνοι οι οποίοι εξωτερικά φαίνονται.
Να σας πω για παράδειγμα το γιατί πήγαμε στο Άγιον Όρος. Σήμερα βλέπετε ότι πολύς κόσμος πάει στο Άγιον Όρος, ενώ παλιά έλεγαν ότι ήταν καταδικασμένο να πεθάνει, κτλ. Εν τέλει, καθώς περνάν τα χρόνια, νιώθομε ότι πήγαμε εκεί για κάποιους απλούς μοναχούς, για κάποιους αγράμματους, για κάποιους ανύπαρκτους, για κάποιους ταπεινούς, που δεν είχαν καμιά ιδέα για τον εαυτό τους∙ κι αυτοί οι άνθρωποι σου μετέδιδαν ένα άρωμα, που έφερνε την Ανάσταση. Και τότε λες: "Ναι, κάθομαι κοντά σ’ αυτούς".
Τέτοιοι, όμως, άνθρωποι απλοί, ανύπαρκτοι, οι οποίοι έχουν αυτή τη χάρη και τη μεγαλοσύνη, υπάρχουν πάρα πολύ στον κόσμο, στην Ελλάδα. Αλλ’ η αγωγή, που παίρνομε, μας λέει πολλές φορές ότι αυτό το χρυσάφι είναι τενεκές και να το αποφεύγουμε∙ και να θεωρούμε τον τενεκέ για χρυσάφι. Γι’ αυτό βασανιζόμαστε. Γι’ αυτό σας λέω: Ησυχάστε λίγο στον εαυτό σας, βρείτε μία ώρα, μισή ώρα, κι έναν ήσυχο τόπο, όπου θα είστε ειλικρινείς με τον εαυτό σας. Και θα δείτε ότι σιγά - σιγά αναπτύσσεται μέσα σας μια δύναμη, η οποία σπάει τα σίδερα της οποιασδήποτε φυλακής …
Και θα έχετε την δύναμη και την αίσθηση και την ευαισθησία για να βρίσκετε παντού αυτούς τους μεγάλους αγίους, όπως είναι ο Κοσμάς ο Αιτωλός, όπως είναι κάποιοι ταπεινοί, που βρίσκονται στα σπίτια σας, και μπορεί να είναι ο πατέρας, η μάνα, ο παππούς, η γιαγιά ή ένα μικρό παιδί. Αλλά προ παντός έχομε πολλούς γέρους, πολλές γιαγιάδες, οι οποίοι έχουν αυτή την χάρη τη μεγάλη, που έχουν οι Αγιορείτες οι ταπεινοί, οι οποίοι κάλεσαν εμάς στο Άγιον Όρος, μόνο με το να υπάρχουν. Οι οποίοι δεν έχουν καμιά ιδέα για τον εαυτό τους, οι οποίοι σε αγαπούν πριν σε γνωρίσουν, σε σέβονται περισσότερο από ό,τι αξίζεις. Κι έτσι μ’ αυτόν τον τρόπο σε δεσμεύουν, σε ρίχνουν στο φιλότιμο και σε έχουν δέσει χειροπόδαρα, με το να σε αφήνουν ελεύθερο.
Προ ημερών ήμουν σε ένα σπίτι και κουβέντιαζα με τον πατέρα για μια δουλειά, που θα εξυπηρετούσε το Μοναστήρι, ενώ δίπλα ήταν η γυναίκα του, σε ένα άλλο δωμάτιο, και κάτι συλλάβιζε. Σκέφτηκα ότι θα μαθαίνει κάποιο εγγονάκι της να διαβάζει, αλλ’ όταν ρώτησα: "Τι κάνει;", μου είπαν ότι κάνει την προσευχή της. Όταν τελειώσαμε την δουλειά και φεύγαμε, αυτή ήταν μέσα στην κουζίνα, είχε ανάψει το καντήλι και διάβαζε συλλαβιστά την Παράκληση… Αυτή η άσχημη γριά, με τα γυαλιά, ήταν σαν άγγελος. Και λέω: "Κοίταξε, αυτοί κρατούν τον κόσμο…". Κι αυτή μέσα της είχε την χαρά, που νικά τον θάνατο. Γιατί δεν είχε καμία ιδέα για τον εαυτό της, πως ήταν κάτι σπουδαίο∙ και γι’ αυτό τον λόγο είχε μέσα της αυτή την ανάπαυση.
Είναι, λοιπόν, καλό να πετύχει κανείς, να βγει πρώτος στα μαθήματα, και να τα πετύχει όλα. Αλλ’ εν τέλει, όλα αυτά είναι ανεπαρκή. Δεν λέω να μην ζητήσει κανείς να έχει κάτι. Αλλά να έχει ότι χρειάζεται για να επαρκεί, και μετά να ζητήσει πάση θυσία αυτό το ένα, το ελάχιστο, το οποίο καταργεί τον θάνατο και φωτίζει έσωθεν όλα τα πρόσκαιρα και τα διαβατικά, και τους δίνει ένα φως και μία αίγλη αιωνιότητος.
Αυτά που σας λέω, πιστεύω ότι τα καταλαβαίνετε. Κι αν νομίζεται ότι δεν τα καταλαβαίνετε, τα καταλαβαίνετε. Κι αν δεν τα νοιώθετε τώρα, θα τα νιώσετε λίγο αργότερα. Αν τα έλεγα κάπου αλλού, σε μία άλλη χώρα, δεν θα καταλάβαιναν τίποτε. Αλλ’ εσείς τα καταλαβαίνετε, γιατί υπάρχει στην γενιά σας η γιαγιά, η οποία συλλαβίζει την προσευχή, η οποία ανάβει το καντήλι. Υπάρχει ο άνθρωπος, που σου λέει μια κουβέντα και νοιώθεις ότι σε ανέπαυσε εσωτερικά. Όπως ο Κύριος, μετά την Ανάσταση, όταν είδε τους μαθητές Του στον αιγιαλό και τους είπε να βάλουν στα δεξιά τα δίχτυα, κτλ, κι εκείνοι κατάλαβαν ότι Αυτός ήταν ο Χριστός, ο οποίος τους είπε αυτά τα απλά πράγματα.
Πολλοί "Θεοφόροι" υπάρχουν και πολλοί "Χριστοφόροι" κυκλοφορούν μεταξύ μας: είναι άνθρωποι, οι οποίοι δεν πληγώνουν κανέναν και δεν έχουν καμιά ιδέα για τον εαυτό τους. Θυμάμαι, όταν ήμουν μικρός και δεν υπήρχαν πλυντήρια, μια γριά από τη Μικρά Ασία, η οποία έπλενε τα ρούχα μας. Αυτή στο τέλος δεν μπορούσε να πλένει, αλλ’ ερχόταν κι έπαιρνε μία βοήθεια. Και όταν ήμασταν μικρά παιδιά - γιατί ένα μικρό παιδί αγαπάει τον αδύναμο, όπως αγαπάει κι ένα τραυματισμένο πουλάκι - πηγαίναμε και της φιλούσαμε το χέρι. Κάποτε, σε μια συζήτηση, είπε η κυρα-Ζαχαρένια: "Άνθρωπο μ’ είπαν κι εμένα". Κι αυτό μου έχει μείνει μέσα μου.
Δεν είχε δόξα, δεν είχε τιμές, δεν είχε παιδιά, δεν είχε σπίτι, δεν είχε τίποτε∙ είχε μόνο ένα πράγμα: το ότι ήταν άνθρωπος. "Άνθρωπο μ’ είπαν κι εμένα".
Θα θυμάστε και σεις ότι, κάποτε μικροί, θα θέλετε να γίνετε κάτι, ότι είχατε κάποιους ήρωες, όταν ήσασταν στο δημοτικό, ή στο γυμνάσιο, ή στο λύκειο∙ πιθανόν και τώρα να έχετε κάποιους. Κι εγώ έχω κάποιους ήρωες και κάποια ιδανικά. Αλλ’ εν τέλει, ο ήρωας ο μεγάλος, ο δικός μου, είναι ο άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός, που σου μεταδίδει μία χάρη και μια ευλογία, η οποία είναι ευλογία για όλο τον κόσμο, για πιστούς και απίστους.
- Μπορείτε να μας πείτε περισσότερα για την Αγία Τριάδα και για τον άλλον άνθρωπο, ο οποίος είναι ο εαυτός μας; Κι αν είναι δυνατόν, να κάνετε μια διάκριση μεταξύ της καρδιακής προσευχής και του διαλογισμού…
Λέει κάπου ο άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός: "Για να σας πω τι είναι η Αγία Τριάδα θα σας φέρω μια εικόνα: ο ήλιος είναι ο Θεός Πατέρας∙ και οι ακτίνες, που έρχονται σαν κλωστές, είναι ο Υιός και το Άγιο Πνεύμα είναι το φως, το οποίο απλώνεται γύρω. Αλλ’ αν θέλετε να καταλάβετε καλύτερα τι είναι η Αγία Τριάδα, να πάτε να εξομολογηθείτε παστρικά σ’ ένα πνευματικό, να ζήσετε όπως θέλει ο Θεός και τότε θα καταλάβετε τι είναι η Αγία Τριάδα".
Δηλαδή, όταν κανείς είναι διαβασμένος κι εγωιστής, τότε ζει εκτός εαυτού και δεν ξέρει τίποτε∙ ούτε τι είναι η Αγία Τριάδα, ούτε τι είναι ο άνθρωπος. Όταν, όμως, έχει τη χάρη του αγίου Κοσμά του Αιτωλού, ή της κυρα-Ζαχαρένιας, όταν δεν θέλει να πληγώνει κανέναν και ταυτόχρονα ότι έχει τα δίδει στους άλλους, τότε δεν γνωρίζει μεν τι είναι ο Θεός, αλλά ζει "εν τω Θεώ". Γιατί ζώντας μέσα στην Εκκλησία, με την λογική του αγίου Κοσμά του Αιτωλού, κάποια στιγμή σου αποκαλύπτονται όλα, και κάποια στιγμή νοιώθεις κάτι το οποίο, όπως λέει ο άγιος Συμεών, δεν μπορείς ούτε να το διδάξεις, ούτε να διδαχθείς, αλλά σου δίδεται, σου αποκαλύπτεται.
Για το θέμα της ευχής και του διαλογισμού θα έλεγα το εξής: Όταν λέει κανείς την ευχή, "Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησόν με τον αμαρτωλό", αυτό που λέει είναι η αλήθεια. Είτε πιστεύει, είτε δεν πιστεύει∙ είτε πιστεύει πολύ, είτε πιστεύει λίγο. Γι’ αυτό σας λέω: Πείτε την ευχή, γιατί είναι πλήρης ουσίας. Όχι βέβαια σαν να κάνετε διαλογισμό, για να ηρεμήσετε, όταν έχετε αϋπνία, και να σας πάρει ο ύπνος, κτλ, σαν μια κουβέντα μαγική, όπως θα μετρούσατε από το ένα μέχρι το χίλια…
Η Εκκλησία έχει την λογική - και Λογική - λατρεία, και με την ευχή λέμε: Είσαι ο Κύριος, ο Ιησούς, ο Υιός του Θεού, ο Θεός ο δυνατός, ο οποίος είσαι γνωστός σε εμάς και ταυτόχρονα άγνωστος. Ελέησέ μας τους αμαρτωλούς. Νιώθομε ότι έχομε ανάγκη από κάποιο έλεος, από κάποια βοήθεια, όπως νοιώθομε ότι έχομε ανάγκη από οξυγόνο για να αναπνεύσομε, έχομε ανάγκη από τον ήλιο για να ζεσταθούμε και να ζήσομε.
Οπότε, λέγοντας την ευχή, κατ’ αρχήν ψιθυριστά για να ακούει και το αυτί μας, κάνοντας και το σημείο του Τιμίου Σταυρού, ή μερικές μικρές και μεγάλες μετάνοιες, τότε συμμετέχει όλος ο εαυτός μας. Κι αν τυχόν ο νους μας πάει δεξιά και αριστερά, μπορούμε να λέμε το εξής: "Θεέ μου, κοίταξε∙ δεν μπορώ να συγκεντρώσω το νου μου αυτή την στιγμή, για να πω την ευχή. Δέξου αυτό∙ το ότι κάνω το σημείο του Τιμίου Σταυρού και γονατίζω μπροστά στην εικόνα Σου, σαν μια αίτηση του ελέους Σου". Όπως όταν κάποιος πνίγεται και θέλει να ζητήσει βοήθεια και δεν μπορεί να μιλήσει, αλλά κουνάει το χέρι, και η κίνηση του χεριού είναι ένα κάλεσμα βοηθείας, έτσι είναι και η ευχή αυτή.
Και νομίζω ότι, εάν τυχόν κανείς μπορεί να την λέει συχνά, θα δει στο τέλος ότι, από αυτόν τον κόπο της καλλιεργείας της ψυχής του βλαστάνει ένας καρπός, που τον τρέφει. Και στο τέλος γίνεται ακόπως η ευχή, ή όπως λέει η Φιλοκαλία: "αναπνέει" κανείς την ευχή "άνευ της οιασούν εννοίας" (:χωρίς καμιά έγνοια). Κι έτσι χωρίς να κάνει τίποτε, γίνονται όλα με την χάρη του Αγίου Πνεύματος.
-Τον τελευταίο καιρό βλέπομε στις τηλεοράσεις ότι η Εκκλησία έχει έναν απεριόριστο πλούτο, οι δεσποτάδες ζουν μέσα στο χρυσάφι… Κι έπειτα μας λέτε να είμαστε απλοί. Πώς γίνεται αυτό, όταν η ίδια η Εκκλησία έπρεπε…
Κατ’ αρχήν, ψεύτικα είναι τα χρυσάφια, σας κοροϊδεύουν… Εν συνεχεία πρέπει να σεβόμεθα τον εαυτό μας και να είμεθα τόσο μεγάλοι, ώστε να έχομε γίνει χαζοί και να τα συγχωρούμε όλα. Γιατί η μεγαλοσύνη μας δεν θα μας επιτρέπει να ασχολούμεθα με τιποτένια πράγματα, αλλά με το πως θα έχομε την χάρη του Θεού μέσα μας.
Λέγει ο άγιος Ισαάκ ο Σύρος: "Αληθώς καθαρός τη καρδία", αληθινά καθαρός στην καρδιά, "είναι αυτός για τον οποίον είναι όλοι καθαροί και δεν υπάρχει κανείς βέβηλος∙ είναι όλοι άγιοι και πανάγιοι και δεν διακρίνει τον δίκαιο από τον αμαρτωλό". Οπότε, αν φθάσομε στην εν Χριστώ ελευθερία, δηλαδή αν τυχόν είμαστε "χαζοί" και "τυφλοί", τότε θα είμαστε έξυπνοι και οξυδερκείς, τότε θα είμαστε ήρεμοι, ήσυχοι, αδύναμοι και παντοκράτορες, κατά χάριν Θεού.
Γι’ αυτό μη μου λέτε τι κάνουν οι δεσποτάδες, οι παπάδες, οι καλόγεροι, κτλ, γιατί όλοι θα δώσουμε λόγο στο Θεό. Πολλές φορές αυτή η ερώτηση κι αυτή η απασχόληση είναι εκ του πειρασμού, για να μας κρατά με τιποτένια πράγματα απασχολημένους. Γιατί ποιος μας λέει ότι, ένας απλός άνθρωπος, ένας μη μεγάλος, ένας μη εμφανίσιμος, ένας μη γνωστός, δεν είναι πολύ μεγαλύτερος από όλους τους τρανούς και τους μεγάλους, κι ότι ο Θεός δεν του έχει δώσει πολλά πράγματα, τα οποία ξέρει μόνο αυτός; Κι αυτός μπορεί να τα αξιοποιήσει, αλλ’ αυτός επίσης θα δώσει λόγο στον Θεόν, αν δεν τα αξιοποιήσει. Να σεβαστούμε, λοιπόν τον εαυτό μας και να μην υποτιμάμε κανένα. Μπορεί εγώ να είμαι καλόγερος, ή ηγούμενος, και να μου λένε μεγάλα λόγια, και μπορεί η κυρα-Ζαχαρένια να μην ήταν τίποτε, παρά μόνον άνθρωπος, αλλ’ αυτή βοηθά όλο τον κόσμο.
Θυμάστε αυτό που λέμε στους Χαιρετισμούς: "Το προσταχθέν μυστικώς λαβών εν γνώσει, εν τη σκηνή του Ιωσήφ σπουδή επέστη, ο Ασώματος λέγων τη Απειρογάμω…". Θέλω να μείνω στο "Προσταχθέν μυστικός". Κάποια στιγμή μυστικά σου προστάζει ο Θεός κάτι, και πρέπει αυτό να το ακούσεις και να ασχοληθείς μαζί του. Και για τα υπόλοιπα τι κάνεις; Συγχώρησέ τους όλους. Αν θέλεις βέβαια να πεις μια γνώμη, να γράψεις κάτι, κτλ, ας το κάνεις. Αλλ’ εγώ δεν πρόκειται να μείνω σ’ αυτόν τον "κοινωνικό αγώνα". Υπάρχει ένας άλλος αγώνας, ο οποίος γίνεται μυστικώς και ο οποίος κυβερνά ουσιαστικά όλ’ αυτά τα οποία γίνονται στην επιφάνεια της ιστορίας. "Το προσταχθέν μυστικώς λαβών εν γνώσει". Ακούστε μυστικά αυτό, που μυστικά σας προστάζεται…
Και πολλές φορές αυτό δεν είναι μια παράκληση, αλλ’ είναι μια προσταγή. Κι όταν δεχθεί κανείς αυτή την προσταγή, δεν έχει καιρό να ασχοληθεί με τιποτένια πράγματα. Γιατί όταν είναι χορτάτος από το πιο πλούσιο φαγητό, δεν ζητά να βρει τροφή στα σκουπίδια, όπως γινόταν στην γερμανικά κατοχή. Αλλά θα πρέπει να απαντήσει όπως ο Απόστολος Παύλος, ο οποίος πηγαίνοντας στη Δαμασκό τον τύφλωσε ο Χριστός και τον κέρδισε, και είπε: "Ουκ απειθής εγενόμην τη ουρανίω οπτασία", δεν έγινα απειθής, αλλ’ υπάκουσα εις την ουράνια οπτασία.
Νομίζω ότι, ο καθένας μας έχει κάποιες στιγμές χάριτος, κάποιες στιγμές νηφάλιες, κάποιες στιγμές που υπάρχει η αστραπή της Θεότητος και κάτι νοιώθει. Αν μπορεί να πει: "Ουκ απειθής εγενόμην τη ουρανίω οπτασία", κι αν τυχόν είναι συνεπής σ’ αυτό, που ο Θεός του είπε, τότε εν συνεχεία θα προχωρεί φυσιολογικά από "δόξης εις δόξαν" και θα φθάσει σ’ αυτήν την ανάπαυση, που θα ίσταται και θα κινείται. Δεν θα κάνει τίποτε κι όλα θα γίνονται με τη χάρη του Αγίου Πνεύματος, γιατί αυτό το Άγιο Πνεύμα προσεύχεται "υπέρ ημών στεναγμοίς αλαλήτοις", μέσα στην καρδιά κάθε ταπεινού ανθρώπου…
----------------------------------------------------------------------------------------------------
Σαφώς… Αλλ’ εάν τυχόν δεν ήταν έτσι, εάν τυχόν η Ορθοδοξία δεν ήταν Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία, εγώ δεν θα έλεγα αυτά τα πράγματα. Η ορθόδοξη πίστη μας τους σέβεται όλους και ανακεφαλαιώνει το όλον. Νοιώθω ότι μπορεί κανείς να μιλήση απόλυτα, επειδή υπάρχει μέσα εδώ, στο βάθος της σοφίας, η γνησιότης και η αγάπη για όλο τον κόσμο. Κι έτσι καταργούνται, πέφτουν τα είδωλα και υψώνεται η εικόνα του Θεού. Κάποια φορά είχα πη σε κάποιους αναρχικούς: "Κοιτάξτε, ο άνθρωπος είναι τόσο μεγάλος, που δεν χωρά σε κανένα κόμμα, σε καμμιά θρησκεία, σε καμμιά φιλοσοφία. Αν θέλετε, δεν χωρά ούτε στην Ορθοδοξία. Αλλ’ επειδή η Ορθοδοξία με βοηθά να είμαι μη-ορθόδοξος, γι’ αυτό είμαι ορθόδοξος. Και στην Εκκλησία δεν λατρεύουμε τον Θεόν, αλλά τον υπερ-Θεόν".
Όταν παρακολουθούμε την Μεγάλη Εβδομάδα, όταν ο Αρχηγός της πίστεως μας θυσιάζεται για όλους -και γι’ αυτούς ακόμη που Τον σταυρώνουν- όταν αντιδρά προς τον Απόστολο Πέτρο και του λέει: "Βάλε το μαχαίρι σου στην θήκη του, γιατί δεν ήλθαμε να χτυπήσωμε τους εχθρούς∙ δεν έχομε εχθρούς. Ήλθα να καταργήσω την έχθρα" -ή όπως λέει το τροπάριο: "Και πάντα υπομείνας, άπαντας έσωσε"- όταν γίνεται αυτό, τότε νοιώθεις ότι εδώ υπάρχει η Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία.
Και αν τυχόν ζήσης την ορθόδοξη πίστι μέσα στη Θεία Λειτουργία και μέσα στη Μεγάλη Εβδομάδα, τότε καταλαβαίνεις ότι αυτή η ζωή κι αυτή η Θεία Λειτουργία, κι αυτή η Μεγάλη Εβδομάδα που οδηγεί στο Πάσχα, είναι ευλογία για όλο τον κόσμο.
Εδώ μας δίδεται αυτό το παράδειγμα ότι θυσιάστηκε ο Θεός της πίστεως μας, όχι για να σώση μερικούς, ούτε για να σώση τον εαυτό Του, αλλά για να σώση την οικουμένη. Κι εφ’ όσον είναι έτσι, τότε αναπαύεται κι ο κάθε άνθρωπος. Ο άγιος Συμεών ο νέος Θεολόγος λέει: «Γνώρισα έναν άνθρωπο, ο οποίος αγαπούσε τόσο πολύ τους αδελφούς του, που έλεγε: "Θεέ μου, θέλω να σώσης τους αδελφούς μου∙ και να τους σώσεις όλους. Αν τυχόν δεν σώσης όλους τους αδελφούς μου, δεν θέλω να σώσης ούτε εμένα. Γιατί δεν μπορώ να καταλάβω τι σημαίνει παράδεισος, χωρίς τους αδελφούς μου"».
Η λογική της πίστεως μας, η λογική του αγίου Κοσμά του Αιτωλού, είναι τέτοια, που αναπαύει τον άνθρωπο, γιατί αναπαύει την ανθρωπότητα ολόκληρη. Και μου φαίνεται ότι ο άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός, μ’ αυτόν τον χαρακτήρα του, δεν θα μπορούσε να είναι ποτέ ένας γερμανόφωνος ρωμαιοκαθολικός. Αλλ’ είναι ένας ρωμιός, και είναι αυτός που είπε: "Το κακό θα έλθη από τους διαβασμένους". Δεν είπε ότι θα έλθη από τους μορφωμένους. Γιατί ο λαός μας, κάποιον που ξέρει πολλά, τον λέει πολύξερο∙ κάποιον, ο οποίος έχει προχωρήσει κι έχει χωνέψει αυτά που ξέρει, έχει γνώσι, τον λέει γνωστικό. Άλλος είναι ο πολύξερος κι άλλος ο γνωστικός. Αλλά το θέμα είναι ότι, για να γίνωμε μορφωμένοι, θα πρέπη να "μορφωθή ο Χριστός εν ημίν".
Από την άλλη μεριά, "ψήγματα και κομμάτια αλήθειας" υπάρχουν παντού∙ αλλ’ έχει σημασία να βρης το όλον. Γι’ αυτό κι ο άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός, ο οποίος επίστευε, ο οποίος ζούσε όλη αυτή την χάρι, ενώ έκανε τον αγράμματο για να μιλήσει στους αγράμματους, κάποτε είπε: "Κοιτάξτε, έχω διαβάσει όλα τα βιβλία, όλες τις πίστες, κι έχω βρει ότι όλες είναι κάλπικες και η δική μας είναι η αληθινή".
- Τι εννοούσε ο άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός όταν έλεγε: "Μιλάει μέσα από τον τάφο, από το σκαμνί, ο νεκρός εαυτός μου…";
Είναι αυτό που λέμε: "Ο βρεγμένος δεν φοβάται την βροχή κι ο σκοτωμένος δεν φοβάται καμμιά απειλή …". Νομίζω ότι αυτό που έλεγε ο άγιος Κοσμάς, είναι αυτό που λέει ο Κύριος: "Όποιος θέλει να σώση την ψυχή του, θα την χάση∙ και όποιος την χάσει, ένεκεν εμού και του ευαγγελίου, αυτός θα την σώση". Έτσι δια της απωλείας, φθάνομε στην εύρεσι και δια του μίσους του εαυτού μας, φθάνουμε στην αληθινή αγάπη.
Νομίζω, επίσης, ότι ο άνθρωπος έχει έναν δυναμισμό κεκρυμμένο, όπως είναι ο σπόρος, ο οποίος εάν δεν πεθάνη στη γη τη γόνιμη, "αυτός μόνος μένει∙ εάν δε αποθάνη, φέρει πολύ καρπό". Εάν τυχόν ο άνθρωπος λατρεύη τον εαυτό του, αυτοπροβάλλεται, λιβανίζη τον εαυτό του, τότε πνίγει τον εαυτό του. Εάν τυχόν έχη σαν σκοπό να τα "δώση όλα" για να αναπαυθή ο αδελφός του, ήδη μπήκε στην αιώνια ζωή. Γιατί ζη για τον αδελφό του, και ο εαυτός του είναι όλοι οι άλλοι.
Και νομίζω ότι, ο άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός είχε αυτή την αγάπη, γι’ αυτό είχε και αυτή την δύναμι. Γιατί ήταν αληθινός άνθρωπος, γιατί σεβόταν τον άλλο, γιατί ο άλλος ήταν ο εαυτός του. Και γιατί κοντά σ’ αυτόν, τον μικρό, τον ταπεινό και μεγάλο, ο κάθε ένας άνθρωπος έπαιρνε μία αξία, κι αυτός χαιρόταν όταν έπαιρνε ο άλλος αξία, όταν ο άλλος αναπαυόταν. Αλλ’ αυτό δεν γίνεται αν τυχόν εγώ κάνω το δικό μου σύλλογο, αν τυχόν εγώ θέλω να προβάλλω τον εαυτό μου∙ παρά μόνο αν τυχόν γίνωμαι φυτόχωμα για να φυτρώση ο άλλος το δέντρο του, αν εγώ τυχόν πάω στην άκρη, εξαφανίζομαι, δεν υπάρχω, δεν θέλω κανένα "ευχαριστώ" αρκεί μόνο να ζήση ο άλλος.
Ο άλλος είναι ο εαυτός μου. "Έν σώμα και έν πνεύμα εσμέν οι πολλοί". Γι’ αυτό οι Άγιοι, δηλαδή οι ταπεινοί, κι όταν υπάρχουν είναι σαν ανύπαρκτοι∙ δεν πιάνουν χώρο, δεν κάνουν φασαρία. Κι όταν δεν υπάρχουν "έν σαρκί", όταν λείπουν, είναι εξ ίσου μαζί μας και κρατούν τον κόσμο ολόκληρο στην ζωή. Οπότε, ο τρόπος του να υπάρχης, είναι ο τρόπος το να πεθαίνης και να θυσιάζεσαι εκούσια, από αγάπη για τον Άλλον και για τον άλλον.
- Φοβάμαι ότι πολλοί, αν και πηγαίνωμε στην εκκλησία, έχομε ένα κενό στην πίστι μας, δεν πιστεύομαι ουσιαστικά στον Θεό. Πού νομίζεται ότι οφείλετε αυτό;
Θυμάστε εκείνο το περιστατικό, που ένας πατέρας πήγε το άρρωστο παιδί του στον Κύριο και Τον παρακάλεσε να τον βοηθήση. Και είπε ο Κύριος: "Εάν πιστεύεις, πάντα δυνατά τω πιστεύοντι". Και αυτός ο άνθρωπος, ο βασανισμένος, ήταν ειλικρινής και είπε: "Πιστεύω, Κύριε, βοήθει μου τη απιστία" (Μαρκ. θ΄, 24). Πιστεύω και ταυτόχρονα είμαι άπιστος βοήθησέ με να πιστέψω.
Νομίζω ότι, αυτό που έχει σημασία είναι να είμαστε, σαν τον άγιο Κοσμά τον Αιτωλό, ειλικρινείς και να μην παριστάνομε το κάτι παραπάνω από ό,τι είμαστε. Καλλίτερα, λέει κάποιος, είναι μια πραγματική κόλαση από ένα φανταστικό παράδεισο". Κι αν τυχόν εμένα μου λέτε καλά λόγια και δεν βλέπω εγώ την κακομοιριά μου, αλλά πιστέψω αυτά που λέτε, κι αρχίζω να κυκλοφορώ, σαν να είμαι αυτά που νομίζουν οι άλλοι, τότε κάτι δεν πάει καλά.
Εάν τυχόν νοιώθω μια πίστη, θα πρέπει να πω: "Δόξα τω Θεώ, νοιώθω μιαν ανάπαυση". Εάν τυχόν νοιώθω μιαν αμφιβολία. Θα πρέπει να εξομολογηθώ τον λογισμό μου. Κι έτσι κενούμενος, αδειάζοντας κανείς και όντας τίμιος με τον εαυτό του, προχωρεί στην αλήθεια και βρίσκει τη μία πίστη, η οποία δεν είναι δοξασία, αλλ’ είναι φανέρωση της δυνάμεως, της αγάπης του Θεού, η οποία σώζει τον άνθρωπο∙ και τον ελάχιστο άνθρωπο, τον καθένα, τον κάνει Θεό, κατά χάρη∙ και ταυτόχρονα είναι αυτή η πίστη και η αγάπη, η οποία δυνάμει σώζει την οικουμένη.
Σας λέω: Να σέβεστε τον εαυτό σας, να είστε ειλικρινείς με τον εαυτό σας και να "επισκέπτεσθε" τον εαυτό σας, όπως λέει ο άγιος Συμεών. Και να εξασφαλίσετε μια ήσυχη ώρα και μια ήσυχη γωνιά, που θα είναι μόνο για τον εαυτό σας. Και μάθετε να λέτε το "Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησόν με τον αμαρτωλό: Εσύ είσαι ο Χριστός, ο Υιός του Θεού, ο Θεός, ο δυνατός∙ εγώ είμαι ο αδύναμος, ο αμαρτωλός. Σε γνωρίζω και δεν Σε γνωρίζω. Ξέρω ότι είμαι αδύναμος, ξέρω ότι Εσύ με αγαπάς και ζητώ το έλεός Σου".
Εάν τυχόν αυτό γίνει, τότε θα βρούμε σιγά - σιγά τον εαυτό μας, και δεν θα είμαστε εκτός εαυτού, δεν θα ζούμε έξω από τον εαυτό μας. Εάν τυχόν δεν επισκεπτόμαστε τον εαυτό μας, εάν δεν έχομε μια ήσυχη ώρα και μια ήσυχη γωνιά, τότε θα είμαστε συνέχεια ζαλισμένοι και συνέχεια μαριονέτες, που μας κινούν άλλες δυνάμεις: είτε η τηλεόραση, είτε οι εφημερίδες, είτε τα μαθήματα, είτε η επιπολαιότης, είτε τα πάθη τα δικά μας … Ενώ το βαθύτερο είναι μας, αυτό το οποίο φέρει τη χάρη του αγίου Κοσμά του Αιτωλού, θέλει να πει: "Κοίταξε, δεν είμαι τίποτε, αλλά ταυτόχρονα έχω μια δύναμη, που δεν φοβάται ούτε το χάρο".
Για να γίνει αυτό το πράγμα, θα πρέπει κανείς να βρει τον εαυτό του. Και θα βρει κανείς τον εαυτό του, αν μπορεί να είναι ειλικρινής, κατ’ αρχήν, με τον εαυτό του. Και τότε θα νοιώσει ότι είναι, σαν άνθρωπος, ένα μπόλι ελάχιστο, το οποίο μπολιάζεται στην καλλιέλαιο. Μπολιάζεται σ’ ένα δένδρο βαθύρριζο, και νοιώθει ότι το μπόλι αυτό έπιασε. Μεγαλώνουν τα κλαδιά, ανθίζει το μπόλι και βγάζει καρπούς. Κι αυτό το ελάχιστο μπόλι έχει δικές το ρίζες, τις ρίζες τις βαθύτατες του αιωνόβιου δένδρου. Τότε κανείς νοιώθει ότι, αυτά που ζει μέσα του, ή αυτά που λέει, δεν είναι κάτι που τα διάβασε και κρατάει ένα χαρτί και τα λέει, αλλ’ είναι κάτι που βγαίνει από μέσα του. Και τι βγαίνει από μέσα του; Βγαίνει, μια στιγμή, ένα "Δόξα τω Θεώ".
Κι αυτός ο άνθρωπος, που μέσα του έχει "μορφωθεί" ο Χριστός, αυτός ο άνθρωπος έχει μία υγεία πνευματική, έχει μία ηρεμία και μία ελευθερία, και νοιώθει ότι δεν έχει κανένα παράπονο για τίποτε και για κανένας άνθρωπο. Γιατί αν τυχόν εμείς παραπονιόμαστε και μουρμουρίζουμε και δυσανασχετούμε, σημαίνει όχι ότι μας φταίνε οι άλλοι, αλλ’ ότι εμείς δεν έχομε την υγεία την μεγάλη, το δυνατό σώμα για να χωνέψει τη κάθε τροφή, εμείς δεν έχομε ελάχιστη από τη χάρη και το δυναμισμό του αγίου Κοσμά του Αιτωλού.
Ένας άνθρωπος μορφωμένος εν Χριστώ, ένας άνθρωπος μικρός εν Χριστώ, δηλαδή μεγάλος, είναι ήσυχος, ήρεμος, δεν απειλεί κανέναν. Αλλ’ όλα το κάνουν καλό και λέει μόνο: "Δόξα σοι, ο Θεός". Κι όσο περνούν τα χρόνια δεν χάνει δύναμη, αλλ’ αυξάνεται η δύναμή του. Και όταν γεράσει, τότε νοιώθει ότι τα γεράματα είναι συμπεπυκνωμένη νεότης. Και όταν πεθάνει, νοιώθει ότι δια του θανάτου μπαίνει σε μια πλήμυρα ζωής, την οποία δεν μπορούσε ν` αντέξει όσο ήταν ζωντανός.
-Είναι κοινώς αποδεκτό ότι σήμερα υπάρχει ένας κορεσμός των πάντων∙ της ύλης, της ηδονής, της απολαύσεως … Κάποια στιγμή απολυτοποιήθησαν τα πάντα, πλην της ορθοδόξου πίστεως. Αλλά σήμερα πολλοί νέοι θέλουν να προσεγγίσουν, θέλουν να ακουμπήσουν κάπου. Οι εκφραστές, όμως, του θείου λόγου - γιατί ο θείος λόγος, από μόνος του, είναι γλυκύς και πανέτοιμος να τους δεχτεί - οι ιερείς, θεολόγοι, κτλ, θα μπορέσουν άραγε να συνδυάσουν την παράδοση με τον σύγχρονο λόγο, ώστε να προσεγγίσουν αυτούς τους νέους, που είναι η ελπίδα του μέλλοντος; Και πώς διαβλέπετε το μέλλον της νεολαίας μας;
Με αυτά που είπατε και συμφωνώ και διαφωνώ∙ και θα σας εξηγήσω. Κατ’ αρχάς, ποια είναι η νεολαία; Είναι τα νέα παιδιά; Εγώ σας λέω ότι, αυτό που ζητάμε όλοι, είναι όχι μία βιολογική νεότητα, η οποία παρέρχεται με το πέρασμα του χρόνου, αλλά μια χάρη η οποία, όπως λέμε, ξεπερνά τον θάνατο …
Έπειτα, ποιοι είναι οι εκφραστές του θείου λόγου; Μπορεί εγώ να μιλάω για την Ορθοδοξία, να μιλάω για την ταπείνωση και ταυτόχρονα από μέσα μου να αναδύεται μια αποφορά εγωισμού∙ να μιλάω για ησυχία και να σας ταράσσω. Βέβαια υπάρχουν οι Άγιοι, υπάρχουν οι φορείς και εκφραστές του θελήματος του Θεού, κι αυτοί που φανερώνουν τη χάρη της Εκκλησίας, αλλ’ αυτοί οπωσδήποτε δεν είναι εκείνοι οι οποίοι εξωτερικά φαίνονται.
Να σας πω για παράδειγμα το γιατί πήγαμε στο Άγιον Όρος. Σήμερα βλέπετε ότι πολύς κόσμος πάει στο Άγιον Όρος, ενώ παλιά έλεγαν ότι ήταν καταδικασμένο να πεθάνει, κτλ. Εν τέλει, καθώς περνάν τα χρόνια, νιώθομε ότι πήγαμε εκεί για κάποιους απλούς μοναχούς, για κάποιους αγράμματους, για κάποιους ανύπαρκτους, για κάποιους ταπεινούς, που δεν είχαν καμιά ιδέα για τον εαυτό τους∙ κι αυτοί οι άνθρωποι σου μετέδιδαν ένα άρωμα, που έφερνε την Ανάσταση. Και τότε λες: "Ναι, κάθομαι κοντά σ’ αυτούς".
Τέτοιοι, όμως, άνθρωποι απλοί, ανύπαρκτοι, οι οποίοι έχουν αυτή τη χάρη και τη μεγαλοσύνη, υπάρχουν πάρα πολύ στον κόσμο, στην Ελλάδα. Αλλ’ η αγωγή, που παίρνομε, μας λέει πολλές φορές ότι αυτό το χρυσάφι είναι τενεκές και να το αποφεύγουμε∙ και να θεωρούμε τον τενεκέ για χρυσάφι. Γι’ αυτό βασανιζόμαστε. Γι’ αυτό σας λέω: Ησυχάστε λίγο στον εαυτό σας, βρείτε μία ώρα, μισή ώρα, κι έναν ήσυχο τόπο, όπου θα είστε ειλικρινείς με τον εαυτό σας. Και θα δείτε ότι σιγά - σιγά αναπτύσσεται μέσα σας μια δύναμη, η οποία σπάει τα σίδερα της οποιασδήποτε φυλακής …
Και θα έχετε την δύναμη και την αίσθηση και την ευαισθησία για να βρίσκετε παντού αυτούς τους μεγάλους αγίους, όπως είναι ο Κοσμάς ο Αιτωλός, όπως είναι κάποιοι ταπεινοί, που βρίσκονται στα σπίτια σας, και μπορεί να είναι ο πατέρας, η μάνα, ο παππούς, η γιαγιά ή ένα μικρό παιδί. Αλλά προ παντός έχομε πολλούς γέρους, πολλές γιαγιάδες, οι οποίοι έχουν αυτή την χάρη τη μεγάλη, που έχουν οι Αγιορείτες οι ταπεινοί, οι οποίοι κάλεσαν εμάς στο Άγιον Όρος, μόνο με το να υπάρχουν. Οι οποίοι δεν έχουν καμιά ιδέα για τον εαυτό τους, οι οποίοι σε αγαπούν πριν σε γνωρίσουν, σε σέβονται περισσότερο από ό,τι αξίζεις. Κι έτσι μ’ αυτόν τον τρόπο σε δεσμεύουν, σε ρίχνουν στο φιλότιμο και σε έχουν δέσει χειροπόδαρα, με το να σε αφήνουν ελεύθερο.
Προ ημερών ήμουν σε ένα σπίτι και κουβέντιαζα με τον πατέρα για μια δουλειά, που θα εξυπηρετούσε το Μοναστήρι, ενώ δίπλα ήταν η γυναίκα του, σε ένα άλλο δωμάτιο, και κάτι συλλάβιζε. Σκέφτηκα ότι θα μαθαίνει κάποιο εγγονάκι της να διαβάζει, αλλ’ όταν ρώτησα: "Τι κάνει;", μου είπαν ότι κάνει την προσευχή της. Όταν τελειώσαμε την δουλειά και φεύγαμε, αυτή ήταν μέσα στην κουζίνα, είχε ανάψει το καντήλι και διάβαζε συλλαβιστά την Παράκληση… Αυτή η άσχημη γριά, με τα γυαλιά, ήταν σαν άγγελος. Και λέω: "Κοίταξε, αυτοί κρατούν τον κόσμο…". Κι αυτή μέσα της είχε την χαρά, που νικά τον θάνατο. Γιατί δεν είχε καμία ιδέα για τον εαυτό της, πως ήταν κάτι σπουδαίο∙ και γι’ αυτό τον λόγο είχε μέσα της αυτή την ανάπαυση.
Είναι, λοιπόν, καλό να πετύχει κανείς, να βγει πρώτος στα μαθήματα, και να τα πετύχει όλα. Αλλ’ εν τέλει, όλα αυτά είναι ανεπαρκή. Δεν λέω να μην ζητήσει κανείς να έχει κάτι. Αλλά να έχει ότι χρειάζεται για να επαρκεί, και μετά να ζητήσει πάση θυσία αυτό το ένα, το ελάχιστο, το οποίο καταργεί τον θάνατο και φωτίζει έσωθεν όλα τα πρόσκαιρα και τα διαβατικά, και τους δίνει ένα φως και μία αίγλη αιωνιότητος.
Αυτά που σας λέω, πιστεύω ότι τα καταλαβαίνετε. Κι αν νομίζεται ότι δεν τα καταλαβαίνετε, τα καταλαβαίνετε. Κι αν δεν τα νοιώθετε τώρα, θα τα νιώσετε λίγο αργότερα. Αν τα έλεγα κάπου αλλού, σε μία άλλη χώρα, δεν θα καταλάβαιναν τίποτε. Αλλ’ εσείς τα καταλαβαίνετε, γιατί υπάρχει στην γενιά σας η γιαγιά, η οποία συλλαβίζει την προσευχή, η οποία ανάβει το καντήλι. Υπάρχει ο άνθρωπος, που σου λέει μια κουβέντα και νοιώθεις ότι σε ανέπαυσε εσωτερικά. Όπως ο Κύριος, μετά την Ανάσταση, όταν είδε τους μαθητές Του στον αιγιαλό και τους είπε να βάλουν στα δεξιά τα δίχτυα, κτλ, κι εκείνοι κατάλαβαν ότι Αυτός ήταν ο Χριστός, ο οποίος τους είπε αυτά τα απλά πράγματα.
Πολλοί "Θεοφόροι" υπάρχουν και πολλοί "Χριστοφόροι" κυκλοφορούν μεταξύ μας: είναι άνθρωποι, οι οποίοι δεν πληγώνουν κανέναν και δεν έχουν καμιά ιδέα για τον εαυτό τους. Θυμάμαι, όταν ήμουν μικρός και δεν υπήρχαν πλυντήρια, μια γριά από τη Μικρά Ασία, η οποία έπλενε τα ρούχα μας. Αυτή στο τέλος δεν μπορούσε να πλένει, αλλ’ ερχόταν κι έπαιρνε μία βοήθεια. Και όταν ήμασταν μικρά παιδιά - γιατί ένα μικρό παιδί αγαπάει τον αδύναμο, όπως αγαπάει κι ένα τραυματισμένο πουλάκι - πηγαίναμε και της φιλούσαμε το χέρι. Κάποτε, σε μια συζήτηση, είπε η κυρα-Ζαχαρένια: "Άνθρωπο μ’ είπαν κι εμένα". Κι αυτό μου έχει μείνει μέσα μου.
Δεν είχε δόξα, δεν είχε τιμές, δεν είχε παιδιά, δεν είχε σπίτι, δεν είχε τίποτε∙ είχε μόνο ένα πράγμα: το ότι ήταν άνθρωπος. "Άνθρωπο μ’ είπαν κι εμένα".
Θα θυμάστε και σεις ότι, κάποτε μικροί, θα θέλετε να γίνετε κάτι, ότι είχατε κάποιους ήρωες, όταν ήσασταν στο δημοτικό, ή στο γυμνάσιο, ή στο λύκειο∙ πιθανόν και τώρα να έχετε κάποιους. Κι εγώ έχω κάποιους ήρωες και κάποια ιδανικά. Αλλ’ εν τέλει, ο ήρωας ο μεγάλος, ο δικός μου, είναι ο άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός, που σου μεταδίδει μία χάρη και μια ευλογία, η οποία είναι ευλογία για όλο τον κόσμο, για πιστούς και απίστους.
- Μπορείτε να μας πείτε περισσότερα για την Αγία Τριάδα και για τον άλλον άνθρωπο, ο οποίος είναι ο εαυτός μας; Κι αν είναι δυνατόν, να κάνετε μια διάκριση μεταξύ της καρδιακής προσευχής και του διαλογισμού…
Λέει κάπου ο άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός: "Για να σας πω τι είναι η Αγία Τριάδα θα σας φέρω μια εικόνα: ο ήλιος είναι ο Θεός Πατέρας∙ και οι ακτίνες, που έρχονται σαν κλωστές, είναι ο Υιός και το Άγιο Πνεύμα είναι το φως, το οποίο απλώνεται γύρω. Αλλ’ αν θέλετε να καταλάβετε καλύτερα τι είναι η Αγία Τριάδα, να πάτε να εξομολογηθείτε παστρικά σ’ ένα πνευματικό, να ζήσετε όπως θέλει ο Θεός και τότε θα καταλάβετε τι είναι η Αγία Τριάδα".
Δηλαδή, όταν κανείς είναι διαβασμένος κι εγωιστής, τότε ζει εκτός εαυτού και δεν ξέρει τίποτε∙ ούτε τι είναι η Αγία Τριάδα, ούτε τι είναι ο άνθρωπος. Όταν, όμως, έχει τη χάρη του αγίου Κοσμά του Αιτωλού, ή της κυρα-Ζαχαρένιας, όταν δεν θέλει να πληγώνει κανέναν και ταυτόχρονα ότι έχει τα δίδει στους άλλους, τότε δεν γνωρίζει μεν τι είναι ο Θεός, αλλά ζει "εν τω Θεώ". Γιατί ζώντας μέσα στην Εκκλησία, με την λογική του αγίου Κοσμά του Αιτωλού, κάποια στιγμή σου αποκαλύπτονται όλα, και κάποια στιγμή νοιώθεις κάτι το οποίο, όπως λέει ο άγιος Συμεών, δεν μπορείς ούτε να το διδάξεις, ούτε να διδαχθείς, αλλά σου δίδεται, σου αποκαλύπτεται.
Για το θέμα της ευχής και του διαλογισμού θα έλεγα το εξής: Όταν λέει κανείς την ευχή, "Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησόν με τον αμαρτωλό", αυτό που λέει είναι η αλήθεια. Είτε πιστεύει, είτε δεν πιστεύει∙ είτε πιστεύει πολύ, είτε πιστεύει λίγο. Γι’ αυτό σας λέω: Πείτε την ευχή, γιατί είναι πλήρης ουσίας. Όχι βέβαια σαν να κάνετε διαλογισμό, για να ηρεμήσετε, όταν έχετε αϋπνία, και να σας πάρει ο ύπνος, κτλ, σαν μια κουβέντα μαγική, όπως θα μετρούσατε από το ένα μέχρι το χίλια…
Η Εκκλησία έχει την λογική - και Λογική - λατρεία, και με την ευχή λέμε: Είσαι ο Κύριος, ο Ιησούς, ο Υιός του Θεού, ο Θεός ο δυνατός, ο οποίος είσαι γνωστός σε εμάς και ταυτόχρονα άγνωστος. Ελέησέ μας τους αμαρτωλούς. Νιώθομε ότι έχομε ανάγκη από κάποιο έλεος, από κάποια βοήθεια, όπως νοιώθομε ότι έχομε ανάγκη από οξυγόνο για να αναπνεύσομε, έχομε ανάγκη από τον ήλιο για να ζεσταθούμε και να ζήσομε.
Οπότε, λέγοντας την ευχή, κατ’ αρχήν ψιθυριστά για να ακούει και το αυτί μας, κάνοντας και το σημείο του Τιμίου Σταυρού, ή μερικές μικρές και μεγάλες μετάνοιες, τότε συμμετέχει όλος ο εαυτός μας. Κι αν τυχόν ο νους μας πάει δεξιά και αριστερά, μπορούμε να λέμε το εξής: "Θεέ μου, κοίταξε∙ δεν μπορώ να συγκεντρώσω το νου μου αυτή την στιγμή, για να πω την ευχή. Δέξου αυτό∙ το ότι κάνω το σημείο του Τιμίου Σταυρού και γονατίζω μπροστά στην εικόνα Σου, σαν μια αίτηση του ελέους Σου". Όπως όταν κάποιος πνίγεται και θέλει να ζητήσει βοήθεια και δεν μπορεί να μιλήσει, αλλά κουνάει το χέρι, και η κίνηση του χεριού είναι ένα κάλεσμα βοηθείας, έτσι είναι και η ευχή αυτή.
Και νομίζω ότι, εάν τυχόν κανείς μπορεί να την λέει συχνά, θα δει στο τέλος ότι, από αυτόν τον κόπο της καλλιεργείας της ψυχής του βλαστάνει ένας καρπός, που τον τρέφει. Και στο τέλος γίνεται ακόπως η ευχή, ή όπως λέει η Φιλοκαλία: "αναπνέει" κανείς την ευχή "άνευ της οιασούν εννοίας" (:χωρίς καμιά έγνοια). Κι έτσι χωρίς να κάνει τίποτε, γίνονται όλα με την χάρη του Αγίου Πνεύματος.
-Τον τελευταίο καιρό βλέπομε στις τηλεοράσεις ότι η Εκκλησία έχει έναν απεριόριστο πλούτο, οι δεσποτάδες ζουν μέσα στο χρυσάφι… Κι έπειτα μας λέτε να είμαστε απλοί. Πώς γίνεται αυτό, όταν η ίδια η Εκκλησία έπρεπε…
Κατ’ αρχήν, ψεύτικα είναι τα χρυσάφια, σας κοροϊδεύουν… Εν συνεχεία πρέπει να σεβόμεθα τον εαυτό μας και να είμεθα τόσο μεγάλοι, ώστε να έχομε γίνει χαζοί και να τα συγχωρούμε όλα. Γιατί η μεγαλοσύνη μας δεν θα μας επιτρέπει να ασχολούμεθα με τιποτένια πράγματα, αλλά με το πως θα έχομε την χάρη του Θεού μέσα μας.
Λέγει ο άγιος Ισαάκ ο Σύρος: "Αληθώς καθαρός τη καρδία", αληθινά καθαρός στην καρδιά, "είναι αυτός για τον οποίον είναι όλοι καθαροί και δεν υπάρχει κανείς βέβηλος∙ είναι όλοι άγιοι και πανάγιοι και δεν διακρίνει τον δίκαιο από τον αμαρτωλό". Οπότε, αν φθάσομε στην εν Χριστώ ελευθερία, δηλαδή αν τυχόν είμαστε "χαζοί" και "τυφλοί", τότε θα είμαστε έξυπνοι και οξυδερκείς, τότε θα είμαστε ήρεμοι, ήσυχοι, αδύναμοι και παντοκράτορες, κατά χάριν Θεού.
Γι’ αυτό μη μου λέτε τι κάνουν οι δεσποτάδες, οι παπάδες, οι καλόγεροι, κτλ, γιατί όλοι θα δώσουμε λόγο στο Θεό. Πολλές φορές αυτή η ερώτηση κι αυτή η απασχόληση είναι εκ του πειρασμού, για να μας κρατά με τιποτένια πράγματα απασχολημένους. Γιατί ποιος μας λέει ότι, ένας απλός άνθρωπος, ένας μη μεγάλος, ένας μη εμφανίσιμος, ένας μη γνωστός, δεν είναι πολύ μεγαλύτερος από όλους τους τρανούς και τους μεγάλους, κι ότι ο Θεός δεν του έχει δώσει πολλά πράγματα, τα οποία ξέρει μόνο αυτός; Κι αυτός μπορεί να τα αξιοποιήσει, αλλ’ αυτός επίσης θα δώσει λόγο στον Θεόν, αν δεν τα αξιοποιήσει. Να σεβαστούμε, λοιπόν τον εαυτό μας και να μην υποτιμάμε κανένα. Μπορεί εγώ να είμαι καλόγερος, ή ηγούμενος, και να μου λένε μεγάλα λόγια, και μπορεί η κυρα-Ζαχαρένια να μην ήταν τίποτε, παρά μόνον άνθρωπος, αλλ’ αυτή βοηθά όλο τον κόσμο.
Θυμάστε αυτό που λέμε στους Χαιρετισμούς: "Το προσταχθέν μυστικώς λαβών εν γνώσει, εν τη σκηνή του Ιωσήφ σπουδή επέστη, ο Ασώματος λέγων τη Απειρογάμω…". Θέλω να μείνω στο "Προσταχθέν μυστικός". Κάποια στιγμή μυστικά σου προστάζει ο Θεός κάτι, και πρέπει αυτό να το ακούσεις και να ασχοληθείς μαζί του. Και για τα υπόλοιπα τι κάνεις; Συγχώρησέ τους όλους. Αν θέλεις βέβαια να πεις μια γνώμη, να γράψεις κάτι, κτλ, ας το κάνεις. Αλλ’ εγώ δεν πρόκειται να μείνω σ’ αυτόν τον "κοινωνικό αγώνα". Υπάρχει ένας άλλος αγώνας, ο οποίος γίνεται μυστικώς και ο οποίος κυβερνά ουσιαστικά όλ’ αυτά τα οποία γίνονται στην επιφάνεια της ιστορίας. "Το προσταχθέν μυστικώς λαβών εν γνώσει". Ακούστε μυστικά αυτό, που μυστικά σας προστάζεται…
Και πολλές φορές αυτό δεν είναι μια παράκληση, αλλ’ είναι μια προσταγή. Κι όταν δεχθεί κανείς αυτή την προσταγή, δεν έχει καιρό να ασχοληθεί με τιποτένια πράγματα. Γιατί όταν είναι χορτάτος από το πιο πλούσιο φαγητό, δεν ζητά να βρει τροφή στα σκουπίδια, όπως γινόταν στην γερμανικά κατοχή. Αλλά θα πρέπει να απαντήσει όπως ο Απόστολος Παύλος, ο οποίος πηγαίνοντας στη Δαμασκό τον τύφλωσε ο Χριστός και τον κέρδισε, και είπε: "Ουκ απειθής εγενόμην τη ουρανίω οπτασία", δεν έγινα απειθής, αλλ’ υπάκουσα εις την ουράνια οπτασία.
Νομίζω ότι, ο καθένας μας έχει κάποιες στιγμές χάριτος, κάποιες στιγμές νηφάλιες, κάποιες στιγμές που υπάρχει η αστραπή της Θεότητος και κάτι νοιώθει. Αν μπορεί να πει: "Ουκ απειθής εγενόμην τη ουρανίω οπτασία", κι αν τυχόν είναι συνεπής σ’ αυτό, που ο Θεός του είπε, τότε εν συνεχεία θα προχωρεί φυσιολογικά από "δόξης εις δόξαν" και θα φθάσει σ’ αυτήν την ανάπαυση, που θα ίσταται και θα κινείται. Δεν θα κάνει τίποτε κι όλα θα γίνονται με τη χάρη του Αγίου Πνεύματος, γιατί αυτό το Άγιο Πνεύμα προσεύχεται "υπέρ ημών στεναγμοίς αλαλήτοις", μέσα στην καρδιά κάθε ταπεινού ανθρώπου…
----------------------------------------------------------------------------------------------------
* Οι ερωτήσεις έγιναν από πιστούς προς τον καθηγούμενο της Ιεράς Μονής Ιβήρων του Αγίου Όρους π. Βασιλείου, αμέσως μετά από την ομιλία του με τον τίτλο: «Η ορθόδοξη θεώρησι του ανθρώπου κατά τον άγιο Κοσμά τον Αιτωλό», εις την Πάτρα την 14η Μαΐου του 1998.